De Tweede Ronde. Jaargang 20
(1999)– [tijdschrift] Tweede Ronde, De– Auteursrechtelijk beschermd
[pagina 133]
| |
Drie gedichtenGa naar voetnoot*
| |
Η ΓαληΕἶν᾽ ἡ γαλῆ ἀντιπαθὴς εἰς τούς ϰοινοὺς ἀνθρώπους.
Μαγνητιϰὴ ϰαὶ μυστιϰή, τὸν ἐπιπόλαιόν των
ϰουράζει νοῦν· ϰαὶ τοὺς χαρίεντάς της τρόπους
δὲν ἐϰτιμοῦν. [ ]
[ ]
[ ]
Ἀλλ᾽ εἶναι τῆς γαλῆς ψυχὴ ἡ ὑπερηφάνειά της.
Τὸ αἶμα ϰαὶ τὰ νεῦρα της εἶν᾽ ἡ ἑλευθερία.
Ποτὲ δὲν εἶναι ταπεινὰ τὰ βλέμματά της.
Ἐν τῶν παθῶν της δὲ τῷ πάντοτε ϰρυπτῷ,
ἐν τῆ ϰαθαριότητι, ἐν τῆ ἠρεμία̩
ϰαὶ ϰαλλονῆ τῶν στάσεων, τῆ ἐγϰρατεία̩
| |
[pagina 134]
| |
[Nederlands]der uitingen - wat al subtiele kuisheid van gevoelen
vertoont zich daar. Als katten mijmeren of slapen
omgeven koelten haar van visioenen.
Misschien omzweven haar alsdan wel
droomgezichten van zeer lange her. En mooglijk voert hen
hun droombeeld wel naar Bóebastis, alwaar hun erediensten
bloeiden, bekroond door Ramses, en heur ieg'lijke beweging
te duiden teken voor de priesters was.
[1897?]
| |
[Grieks]ἐνδείξεων, πόση λεπτὴ αἰσθήσεων ἁγνότης
εὑρίσϰεται. Ὅτ᾽ αἱ γαλαῖ ρεμβάζουν ἢ ϰοιμῶνται
τὰς περιβάλλει ὁραματισμοῦ ψυχρότης.
Ἴσως τριγόρω των τότε περιπλανῶνται
φάσματα παλαιῶν ϰαιρῶν. Ἴσως ἡ ὀπτασία
εἰς Βούβαστιν τὰς ὁδηγεῖ· ὅπου τὰ ἱερά των
ἤνθουν, ϰαὶ Ραμεσῶν τὰς ἔστεφε λατρεία,
ϰ᾽ ἦν οἰωνὸς εἰς ἱερεῖς πᾶν ϰίνημά των.
[A36. 1897;]
| |
[pagina 135]
| |
De Bank der ToekomstOm mijn bestaan voor crises te behoeden
ben ik van zins 't beheer van mijn tegoeden
niet aan de Bank der Toekomst op te dragen.
Haar kredietwaardigheid is nog de vraag en
ik vrees dat, als de markt opeens gaat kraken,
zij haar betalingen meteen zal staken.
[1897]
| |
[pagina 136]
| |
De stad
| |
Η πολισΕἶπες· ‘Θὰ πάγω σ᾽ ἄλλη γῆ, θὰ πάγω σ᾽ ἄλλη θάλασσα.
Μιὰ πόλις ἄλλη θὰ βρεθεἴ καλλίτερη ἀπὸ αὺτή.
Κάθε προσπάθεια μου μιὰ καταδίκη εἶναι γραφτή·
κ᾽ εἴν᾽ ἡ καρδιά μου - σὰν νεκρὸς - θαμένη.
Ὁ νοῦς μου ὢς πότε μὲς στὸν μαρασμὸν αὐτὸν θὰ μένει.
Ὁπου τὸ μάτι μου γυρίσω, ὅπου κι ἄν δῶ
ἐρείπια μαῦρα τῆς ζωῆς μου βλέπω ὲδῶ,
ποὺ τόσα χρόνια πέρασα καὶ ρήμαξα καὶ χάλασα’.
Καινούριους τόπους δὲν θὰ βρεῖς, δὲν θἄβρεις ἄλλες θάλασσες.
Ἡ πόλις θὰ σὲ ἀκολουθεἴ. Στοὺς δρόμους θὰ γυρνᾶς
τοὺς ἴδιους. Καὶ στὲς γειτονιὲς τὲς ἴδιες θὰ γερνἂς·
καὶ μὲς στὰ ἴδια σπίτια αὐτὰ θ᾽ ἀσπρίζεις.
Πάντα στὴν πόλι αὐτὴ θὰ φθάνεις. Γιὰ τὰ ἀλλοῦ - μὴ ἐλπίζεις -
δὲν ἔχει πλοῖο γιὰ σέ, δὲν ἔχει όδό.
Ἐτσι ποὺ τὴ ζωή σου ρήμαξες ὲδῶ
στὴν κώχη τούτη τὴν μικρέ, σ᾽ ὅλην τὴν γῆ τὴν χάλασες.
|
|