De Tweede Ronde. Jaargang 8
(1987)– [tijdschrift] Tweede Ronde, De– Auteursrechtelijk beschermd
[pagina 186]
| |
Vier gedichten
| |
ΔιαλειμμαἌν πααπατεύεις συνεχῶς
τὸ μίίο νῆς Ἀριάδνης·
Ἄν γουρλώνεις τὰ μάτια συνεχῶ,
ἀπάνω α[...]ὸ μίτο τῆς Ἀριάδνης,
ϰαλὸς ὁ σϰοπός,
μὰ μπσφεῖ νὰ χάσεις τὴν όραση,
μπορεῖ ν᾽ ἀλλοιθωρίσεις.
Νὰ τὸν ἀφήοεις γιὰ μιὰ στιγμὴ
τὸ μόϰ τῆς Ἀριάδνης.
Σὲ μιὰ λαϰούβα ἐδῶ στὸ λαβύρινθο
σὲ περιμένει ἡ ἀρραβωνιαστιϰιά σον νὰ παίξεις
ϰι ἕνα σαπφείρ: χαμογελάει ατὰ τοιχώματα.
Μπαρεῖ ἡ ἀρραβωνιαστιϰιά σου νά ᾽ναι ἡ Ἀριάβνη.
Κοίταξε σοῦ λέω παλαβούλιαϰα,
μπορεῖ τὸ στόμιο τοῦ λαβύρινθω
νὰ βρίσϰε[...]α: ἀπάνω της.
Πρόοεξε,
ϰὔριο θὰ σὲ ϰοροίδεύσυν τὰ παλιόπαιβα
π᾽ ἀφουγϰράζουνται
π᾽ ἀϰοῦνα τὴ φωνὴ τῆς γῆς πὸλὺ γνήσια
πολὺ πιὸ ϰαλὰ ᾽πὸ σένα.
Νὰ φτάσεις ᾶν εἶναι νὰ φτάσεις
ϰαὶ νά ᾽ναι δ ϰόρφος σου γεμάτος
ἀνθοὺς λεμονιᾶς
ϰαι γρασσουνίσμτα τῆς ἀρραβωνιαστιϰιᾶς σου.
| |
[pagina 187]
| |
LijkredeWeinig de regen de sneeuw
over hem heen, weinig wijzer ervan hij.
Weinig de zon over hem heen,
weinig de wind, weinig de lente.
De vossen en wolven
die hij in zich borg
bij verstoppertje of guerrilla
met instellingen en wetten,
welgedaan overleefden zij.
Weinig de zon die hem schroeide.
Weinig de lente die hem verkoelde.
Weinig de God die in hem trok.
Neem hem
nu
maar mee.
| |
ΕπικηδειοσΛίγες οἱ όροχὲς ϰαὶ τὰ χιόνια
ποὺ πέρασαν ἀπὸ πάνω του, λίγα τὸν ἔμαθαν.
Λίγος δ ῆλιος ποὺ πέρασε ἀπὸ πάνω του,
λίγος δ ἀέρας, λίγη ἡ ἄνοιξη.
Οἱ ἀλεποῦδες ϰαὶ οἱ λύϰοι
ποὺ ἔϰρυβε μέσα του
παίζοντας ϰρυφτούλη ἤ συμμοριτοπόλεμο
μὲ τοὺς θεσμοὺς ϰαὶ τοὺς νόμους,
ἐπέζησαν μὲ ἀϰμή.
Λίγος δ ἤλιος ποὺ τὸν ἔϰαψε.
Λίγη ἡ ἄνοιξη ποὺ τὸν δρόσισε.
Λίγος δ Θεὸς ποὺ μπῆϰε μέσα του.
Τώρα,
πάοτε τον.
| |
WaterlelieDiep in de modder
verzonken in het slijk
vanuit een ooghoek
blijft een onschuld nog
vragen
zoeken
naar jou, waterlelie
traan
van mijn ziel.
| |
ΝουφαροΧωμένος μέσα στὴ λάσπη
βουτηγμένος στὸ βοῦραο
ἀπὸ τὴν ἄϰρη τοῦ ματιοῦ
μιὰ ἀθωότητα ἐπιμένει ἀϰόμη
γυρεύει
ἀναζητᾶ
ἐσένα νούφαρο
δάϰρυ
τῆς ψυχῆς μυο.
| |
[pagina 188]
| |
De grot van de CycloopOdysseus onder de ram gebonden.
(Geen erg poëtisch beeld natuurlijk.)
Wij bevinden ons in de grot
de dood staat in de deur.
Het bonkend hart zal passeren
onder de tastende handen
van Polyphemus.
‘M'n rammetje,
ik zal je hoorns van goud maken
dat je met gepaste luister
de ooitjes van Polyphemus kunt bespringen.
Nu echter
moet je het krachtig lijf spannen
en mij de poort des doods uit dragen.
De stekeblinde Polyphemus ziet geen licht
buiten de grot schittert de zon.
Daar
zal ik je de kop kussen
de ballen kietelen.’
Sprak hij, en met een ferme kneep
in de kont van de ram
ging Odysseus op weg
naar leven of dood.
| |
Η σπηλια του κυκλωπαὉ Ὀδυοσέας δεμένος ϰάτω ὰπ᾽ τὸν τράγο.
(Διόλου, βέβαια, ποιητιϰὴ ἡ εἰϰόνα).
Βρισϰόμαοτε στὸ σπήλαιο
ϰι ὁ θάνατος στέϰει στὴν ιτόρτα.
Τὸ χτυποϰάρδι θὰ περάσει
ϰάτω ἀπ᾽ τὸ ψηλαφητὸ
τοῦ Πολύφημου
‘Κριάρι μου,
θὰ σοῦ φτιάξω χρυσὰ ϰέρατα
νὰ βατεώεις μὲ τὴν πρεπούμενη λαμπρότητα
τὶς προβατίνες τοῦ Πολύφημου.
Τώρα ὅμως
τέντωοε τὸ στιβαρὸ ϰορμί οιυ
ϰαὶ βγάλε με ἔξω ἀπ᾽ τὴν πόρτα τοῦ θανάτου.
Θεόστραβος ό Παλύφημος δὲν βλέπει φῶς
ϰι ὁ ἥλιος λάμπει ἔξω ἀπ᾽ τὴ σπηλιά.
Ἐϰεῖ
θὰ σὲ φιλήσω στὸ ϰούτελο
ϰαὶ θὰ σοῦ χαϊδέψω τ᾽ ἀχαμνά’.
Εἶπε, ϰαὶ τραβώντας μιὰ δυνατὴ τσιμπιὰ
στὰ πισινὰ τοῦ ϰριαριοῦ
ὁ Ὀδυσσέας πρσχώρησε
γιὰ ζωὴ ἤ θάνατο.
|
|